Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε την περασμένη εβδομάδα από την Ελλάδα να τροποποιήσει τη νομοθεσία της σχετικά με τον καθορισμό των τιμών των παράλληλα εισαγόμενων φαρμάκων, με σκοπό τη συμμόρφωση με τους κανόνες της ΕΕ σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Τα εθνικά μέτρα ή / και οι πρακτικές που ισχύουν εμποδίζουν το εμπόριο των παράλληλα εισαγόμενων φαρμάκων.
Η Επιτροπή είναι της άποψης ότι οι κανόνες ή οι πρακτικές που έχουν ως αποτέλεσμα να κατευθύνονται οι εισαγωγές με τέτοιο τρόπο, ώστε μόνον ορισμένοι έμποροι να μπορούν να πραγματοποιούν τις εν λόγω εισαγωγές, ενώ άλλοι να εμποδίζονται να το πράξουν, αποτελεί παράβαση του άρθρου 34 της ΣΛΕΕ.
Ομοίως, εάν ένα κράτος μέλος έχει ήδη στην κατοχή του όλες τις φαρμακευτικές ενδείξεις σχετικά με ένα συγκεκριμένο φαρμακευτικό παρασκεύασμα, φαίνεται αδικαιολόγητο οι εν λόγω αρχές να απαιτούν από έναν δεύτερο επιχειρηματία που εισήγαγε φαρμακευτικό παρασκεύασμα που είναι όμοιο από κάθε άποψη με το προηγούμενο να υποβάλει σ’ αυτές τα εν λόγω στοιχεία εκ νέου.
Για παράδειγμα, η υποχρέωση υποβολής αίτησης για άδεια κυκλοφορίας στην αγορά, επιπλέον της άδειας παράλληλης εισαγωγής, ή η ανάγκη υποβολής δελτίου έρευνας και επαλήθευσης τιμών φαίνεται ότι είναι απαιτήσεις περιττές και ότι είναι δύσκολο να εκπληρωθούν από τον παράλληλο εισαγωγέα.
Εξάλλου, οι ελληνικές αρχές δεν απάντησαν στην προειδοποιητική επιστολή της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ελληνικές αρχές παραβαίνουν επίσης το άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΣΕΕ το οποίο προβλέπει ότι, σύμφωνα με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας, τα κράτη μέλη επικουρούν την Ένωση στην εκπλήρωση των καθηκόντων που απορρέουν από τις Συνθήκες.
Σύμφωνα με την αιτιολογημένη γνώμη που εκδόθηκε σήμερα, η Ελλάδα διαθέτει προθεσμία δύο μηνών για να ενημερώσει την Επιτροπή σχετικά με τα πιθανά μέτρα που πρόκειται να ληφθούν για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση με τη νομοθεσία της ΕΕ, προκειμένου να αποφευχθεί η παραπομπή της στο Δικαστήριο της ΕΕ.