Αν και το
2014 διαφάνηκε μια τάση βελτίωσης στην αγορά των φαρμακευτικών εταιρειών, με
τις συνολικές πωλήσεις να κινούνται μεν πτωτικά αλλά με μικρή υποχώρηση της
τάξης του 3%, το 2015 η αισιοδοξία που είχε αρχικά διαπιστωθεί δεν δείχνει να
επαληθεύεται.
Κι αυτό
γιατί μπορεί από πλευράς συνολικών πωλήσεων οι εταιρείες αθροιστικά να φαίνεται
ότι θα διατηρήσουν το επίπεδο των 4,6 δισ. ευρώ που πέτυχαν και πέρυσι, όμως οι
ανείσπρακτες οφειλές από το Δημόσιο, που ξεπερνούν το 1,2 δισ. ευρώ, δείχνουν
ότι το 27% του συνολικού τζίρου είναι… εικονικό, αφού δεν έχει εισπραχθεί.
Η μελέτη της
IBHS
Εστιάζοντας στα
πεπραγμένα του 2014 διαπιστώνεται ότι η προηγούμενη χρονιά ήταν αρκετά
ικανοποιητική για τις φαρμακευτικές εταιρείες. Σύμφωνα με μελέτη για τον
εγχώριο κλάδο, που εκπονήθηκε από τον Αλέξη Νικολαΐδη, Economic Research &
Sectoral Studies Senior Analyst της IBHS, οι αρνητικές συνθήκες στην Ελλάδα
οδήγησαν στην εφαρμογή του προγράμματος δημοσιονομικής εξυγίανσης, μέρος του
οποίου αποτέλεσε η μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης ώστε να μειωθούν
τα ελλείμματα των ασφαλιστικών ταμείων μέσω μέτρων όπως επίπεδες μειώσεις στις
τιμές, υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές, αύξηση του ποσοστού συμμετοχής
των ασφαλισμένων, μείωση των περιθωρίων κέρδους χονδρεμπόρων και λιανεμπόρων
κ.ά.
Ολο αυτό το κλίμα επηρέασε όπως είναι λογικό την
πορεία των φαρμακευτικών εταιρειών τα προηγούμενα χρόνια, ενώ το 2014 φαίνεται
να αφομοίωσε ο κλάδος όλη αυτή την κατάσταση κινούμενος προς μια καλύτερη
κατεύθυνση.
Σύμφωνα
μάλιστα με την έρευνα, ο κύκλος εργασιών ενός δείγματος 109 φαρμακευτικών
εταιρειών το 2014 διαμορφώθηκε σε 4,6 δισ. ευρώ, έχοντας υποχωρήσει κατά 3,1%
σε σχέση με το 2013. Την ίδια στιγμή, τα συνολικά EBITDA σταθεροποιήθηκαν σε
περίπου 250 εκατ. ευρώ, ενώ το 77% των εταιρειών (συνολικά 84) εμφάνισε
λειτουργικά κέρδη, με 34 να αυξάνουν τα αποτελέσματα του 2013, 36 να υπόκεινται
σε πτώση και 14 να προέρχονται από ζημιογόνο χρήση. Η κατανομή αυτή
μεταφράστηκε σε μέση αύξηση 7,8% στο σύνολο του δείγματος.
Τα κέρδη προ
φόρων υποχώρησαν περαιτέρω κατά 56%, στα 104,42 εκατ. ευρώ, κάμψη που προήλθε
από:
α) έκτακτα
κέρδη που είχαν προκύψει το 2013 σε αρκετές εταιρείες λόγω του τρόπου εκτίμησης
των οφειλών του Δημοσίου και
β) την
επιδείνωση των αποτελεσμάτων μερικών μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων.
Το 76% του
δείγματος κατέγραψε θετικά προ φόρων αποτελέσματα, με τις 36 από αυτές να
αυξάνουν τα κέρδη προ φόρων του 2013, 34 να υφίστανται πτώση και εννέα να
αντιστρέφουν τις ζημιές του προηγούμενου έτους.
Μερίδια
αγοράς
Το μερίδιο
των πέντε μεγαλύτερων εταιρειών στον συνολικό κύκλο εργασιών διαχρονικά
υποχωρεί, φτάνοντας το 2014 στο 28%, ενώ τα τελευταία χρόνια καμία εταιρεία δεν
απέσπασε διψήφιο ποσοστό.
Το τελευταίο
έτος οι πέντε μεγαλύτερες επιχειρήσεις ήταν οι Novartis Hellas AEBE (μερίδιο
8%), Pfizer Ελλάς Α.Ε. (5,4%), Boehringer Ingelheim Ελλάς Α.Ε. (5,3%), Βιανέξ
Α.Ε. (4,5%) -η μοναδική παραγωγική και ελληνικών συμφερόντων εταιρεία στην
κορυφαία πεντάδα- και Sanofi Aventis AEBE (4,4%).
H επικεφαλής
Novartis Hellas AEBE κατέγραψε ήπια μείωση κύκλου εργασιών κατά 3,1%, στα
369,22 εκατ. ευρώ, διατηρώντας σταθερό το μερίδιό της, ενώ η δεύτερη στην
κατάταξη Pfizer Ελλάς Α.Ε. υπέστη διψήφια κάμψη (11,2%), στα 250,68 εκατ. ευρώ.
Ακολούθως, η Boehringer Ingelheim Ελλάς Α.Ε. εμφάνισε πτώση 17,8%, στα 245,82
εκατ. ευρώ, ενώ η Βιανέξ Α.Ε. είχε απώλεια 16,4%, στα 206,89 εκατ. ευρώ. Τέλος,
ο κύκλος εργασιών της Sanofi Aventis AEBE διαμορφώθηκε στα 203 εκατ. ευρώ,
μειωμένος κατά 9,7% σε σχέση με το 2013.
Δύο
ταχύτητες
Από την
πορεία των μεγαλύτερων εταιρειών διαπιστώνεται ότι οι φαρμακευτικές κινούνται
σε δύο ταχύτητες. Οι μεν μεγαλύτερες κινούνται με σημαντική υποχώρηση και σε
έναν βαθμό η δραστηριότητά τους συρρικνώνεται, οι δε μικρότερες -και μάλιστα οι
ελληνικές παραγωγικές- κινούνται καλύτερα. Μάλιστα, εάν βρεθεί η χρυσή τομή
ώστε να διευρυνθεί το μερίδιο των φτηνών ελληνικής παραγωγής φαρμάκων, χωρίς οι
ελληνικές βιομηχανίες να αναγκαστούν να πωλούν κάτω του κόστους, τότε ο δρόμος
για την περαιτέρω ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας ανοίγει διάπλατα. Από την
άλλη και η έγκριση νέων καινοτόμων φαρμάκων από τις πολυεθνικές δημιουργεί ένα
νέο πεδίο ανάπτυξης, το οποίο θα προσθέσει τζίρο.
Ολα αυτά,
όμως, από το 2016 και ύστερα, καθώς το 2015 φαίνεται να εξελίσσεται σε μια
χαμένη χρονιά όπου απλά καλύφθηκαν οι ανάγκες για βασικά φάρμακα με μερική
διείσδυση νέων καινοτόμων και νέων γενοσήμων. Αρνητικό είναι επίσης και το
γεγονός της καθήλωσης της φαρμακευτικής δαπάνης λίγο χαμηλότερα των δύο δισ.
ευρώ, μια συνθήκη την οποία η αγορά έχει (αναγκαστικά) αποδεχτεί.
«Ορθολογικό
σύστημα τιμολόγησης»
Σύμφωνα με τη Μαρία Μεταξογένη, διευθύνουσα
σύμβουλο της IBHS, «η μεταχείριση της φαρμακευτικής δαπάνης πρέπει να γίνεται
με γνώμονα τον έλεγχο του καταναλωθέντος όγκου και όχι με μοναδικό κριτήριο τις
μειώσεις των τιμών.
Η αγορά
χρειάζεται ένα ορθολογικό σύστημα τιμολόγησης, που θα προστατεύει τις τιμές των
εγχώριων γενόσημων και οικονομικών φαρμάκων. Εξάλλου, η αναθεώρηση της
τρέχουσας πολιτικής θα επιτρέψει τη μείωση του rebate και του clawback, μέτρα
τα οποία έχουν θέσει σε επισφάλεια τη βιωσιμότητα αρκετών παραγωγικών
εταιρειών. Οι τρέχουσες εξελίξεις, όμως, μετά την πρόσφατη απόφαση για τη
μείωση των τιμών των off-patent και γενόσημων φαρμάκων ενέχει κίνδυνο υποκατάστασής
τους από ακριβότερα προϊόντα, κάτι που θα αποβεί εις βάρος των Ελλήνων ασθενών,
οι οποίοι είναι ήδη επιβαρυμένοι από μεγαλύτερη συμμετοχή στην αποζημίωση».