Η φαρμακευτική εταιρία πρόκειται να αγοράσει την
Sprout για 1 δισ. δολάρια, μετά την έγκριση του χαπιού της για τη γυναικεία
λίμπιντο από τον FDA. Ωστόσο, το ροζ χάπι δεν αναμένεται να αγγίξει τις
πωλήσεις του Viagra.
Έναντι 1
δισ. δολαρίων πρόκειται να αγοράσει η Valeant Pharmaceuticals τη Sprout, την
εταιρία της οποίας το «θηλυκό Viagra» μόλις εγκρίθηκε. Το νέο ροζ χάπι θα
πωλείται με το όνομα Addyi και θα χρησιμοποιείται για την τόνωση της γυναικείας
λίμπιντο.
Η συμφωνία
πρόκειται να ολοκληρωθεί κάποια στιγμή μέσα στο τρέχον τρίμηνο, ενώ η Valeant θα
πληρώσει σε δύο δόσεις των 500 εκατ. δολαρίων, μία προκαταβολικά και μία
τον επόμενο χρόνο. Ταυτόχρονα, η δεύτερη θα κρατήσει και τους 25 εργαζόμενους
της Sprout, περιλαμβανομένων και των στελεχών της, καθώς προετοιμάζουν την
έναρξη των πωλήσεων του φαρμάκου τον Οκτώβριο.
Η έγκριση
του Addyi από τον αμερικανικό Οργανισμού Ελέγχου Φαρμάκων και Τροφίμων την
Τρίτη θεωρείται πολυαναμενόμενο ορόσημο από τη φαρμακευτική βιομηχανία, η οποία
επιθυμούσε να επαναλάβει την επιτυχία του αντίστοιχου φαρμάκου για τους άνδρες.
Ωστόσο, τα αυστηρότερα μέτρα ασφαλείας που προτείνονται σε σχέση με το Addyi
καταδεικνύουν ότι μάλλον το καινούριο χάπι δε θα καταφέρει να αγγίξει τις
πωλήσεις του Viagra, το οποίο έχει φέρει δισεκατομμύρια δολάρια από τα τέλη
της δεκαετίας του 1990 και μετά.
Η συσκευασία
του Addyi θα φέρει προειδοποίηση που θα εστιάζει στο συνδυασμό του χαπιού με
την κατανάλωση αλκοόλ και τις συνέπειές του, όπως είναι η χαμηλή πίεση και οι
λιποθυμίες. Οι ίδιοι κίνδυνοι προκύπτουν και με το συνδυασμό του φαρμάκου με
άλλα χάπια που χρησιμοποιούνται εξαιρετικά συχνά, όπως για παράδειγμα εκείνα
που εγγράφονται για την αντιμετώπιση της μυκητίασης.
Οι γιατροί
θα μπορούν να συνταγογραφούν το Addyi μόνο μετά τη συμπλήρωση ενός
διαδικτυακού τεστ, που θα πιστοποιεί ότι κατανοούν πλήρως τις παρενέργειές
του, ενώ αντίστοιχες πιστοποιήσεις θα υποχρεούνται να παίρνουν και τα
φαρμακεία.
Ο
αμερικανικός Οργανισμός είχε ήδη απορρίψει το φάρμακο αυτό δύο φορές στο
παρελθόν, κυρίως λόγω της περιορισμένης αποτελεσματικότητάς του και των
παρενεργειών του. Όπως σχολιάζει το CNBC, η πρόσφατη έγκριση αποτελεί
συμβιβασμό μεταξύ δύο στρατοπέδων που έχουν διασταυρώσει τα ξίφη τους δημόσια
σχετικά με το χάπι τα τελευταία χρόνια.