Οι δανειστές ξεκαθάρισαν στους γενικούς γραμματείς του υπουργείου
Υγείας, κκ Αντώνη Δημόπουλο και Αθανάσιο Κωτσόπουλο, καθώς και στον πρόεδρο του
ΕΟΠΥΥ, κ Γεράσιμο Βουδούρη, ότι σε περίπτωση που τα μέτρα τα οποία βρίσκονται
ήδη σε εξέλιξη δεν αποδώσουν και η φαρμακευτική δαπάνη εκτροχιαστεί, τότε το
υπουργείο Υγείας θα αναγκαστεί να λάβει επιπρόσθετα μέτρα.
Ο διαχωρισμός της φαρμακευτικής δαπάνης σε νοσοκομειακά και εξωνοσοκομειακά
σκευάσματα που επικαλέστηκε η ελληνική πλευρά προκειμένου να εξηγήσει γιατί
εκτινάχθηκε ο μηνιαίος προϋπολογισμός των πληρωμών σε φάρμακα, δεν έγινε
κατανοητός ούτε και δεκτός τελικά από τους εκπροσώπους της τρόικας.
Έτσι, η νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη (των ασφαλισμένων του ΕΟΠΥΥ για τα
ακριβά φάρμακα) δεν θα εξαιρεθεί από τη φαρμακευτική δαπάνη των ταμείων, όπως
ήλπιζαν οι Έλληνες αρμόδιοι, κάτι που θα εκτινάξει με μαθηματική ακρίβεια εκτός
προϋπολογισμού και την ετήσια κλειστή δαπάνη των 2,88 δισ. ευρώ για φάρμακα.
Τα στελέχη του υπουργείου
Υγείας ξέροντας ότι το επιχείρημα περί δύο ειδών δαπάνης ήταν αδύναμο,
αναζητούν ήδη νέο τρόπο τιμολόγησης των φαρμάκων με απώτερο στόχο τη χαμηλότερη
δυνατή τιμή. Κατά πληροφορίες, το μοντέλο της Αυστρίας συγκεντρώνει την μέχρι
τώρα καλύτερη βαθμολογία. Η κεντροευρωπαϊκή χώρα διαθέτει «επιθετικό»
σύστημα τιμολόγησης των αντίγραφων (γενόσημων) φαρμάκων βάσει του οποίου
η τιμή των τριών πρώτων γενόσημων που λαμβάνουν άδεια κυκλοφορίας
διαμορφώνεται στο 40% της αξίας του πρωτοτύπου, ενώ για τα επόμενα τρία
σκευάσματα της λίστας η τιμή μειώνεται στο 30%. Αυτός ο τρόπος
τιμολόγησης πιέζει όλες τις τιμές των φαρμάκων προς τα κάτω και δημιουργεί
εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον στην αγορά γενόσημων και πρωτότυπων.
Πάντως, το θετικό είναι ότι οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ, της ΕΕ και της
ΕΚΤ αναγνώρισαν τα βήματα που έχουν γίνει στην ηλεκτρονική συνταγογράφηση και
στις μειώσεις τιμών. Ωστόσο φάνηκαν απόλυτοι σε ό,τι αφορά το λεγόμενο claw
back από τις φαρμακευτικές εταιρείες, δηλαδή το ποσό της υπέρβασης της
φαρμακευτικής δαπάνης (είναι περίπου 105 εκατ. ευρώ για το α' τετράμηνο του
έτους) το οποίο βάσει του Μνημονίου οι εταιρείες πρέπει να επιστρέψουν
στα ασφαλιστικά ταμεία.